Ο μύθος της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων
|
Όταν κατατέθηκε το Σχέδιο Ανάν, η πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων ήταν θετικά διακείμενη προς το Σχέδιο παρά το γεγονός ότι η ηγεσία τους το έβλεπε από επιφυλακτικά έως εχθρικά. Αντίθετα, παρά το γεγονός ότι η Ελληνοκυπριακή ηγεσία το αντίκριζε ως βάση για συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού, η συντριπτική πλειοψηφία του λαού ήταν επιφυλακτική έως πολύ αρνητική. Για τους Τουρκοκυπρίους μια τέτοια λύση του Κυπριακού σε συνδυασμό με την ένταξη στην ΕΕ συνεπαγόταν ευκαιρίες αλλά και ένα νέο και ιδιαίτερα προνομιακό ξεκίνημα. Για τους Ελληνοκυπρίους λύση με βάση το Σχέδιο Ανάν έστω και με την ένταξη στην ΕΕ συνεπαγόταν επιδείνωση της υφιστάμενης κατάστασης – εξ ου και η απόρριψη του Σχεδίου δια μιας πρωτοφανούς πλειοψηφίας.
Από τις 23 Απριλίου 2003 άρχισε να εφαρμόζεται στην Κύπρο ένας άτυπος κύκλος μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Η μερική άρση των εμποδίων στην ελεύθερη διακίνηση με πρωτοβουλία της Τουρκο(κυπριακής) πλευράς σε συνδυασμό και με τα μέτρα της Ελληνοκυπριακής πλευράς καθώς αργότερα και τις προεκτάσεις της ένταξης στην ΕΕ οδήγησε σταδιακά σε μια νέα πραγματικότητα – μια πραγματικότητα η οποία θα ήταν αδιανόητη πριν λίγα χρόνια. Σήμερα, και μεταξύ άλλων, παρά τα προβλήματα οι σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων είναι πολύ πιο προχωρημένες από μια κατάσταση άτυπης ψυχρής ειρήνης.
Η Ελληνοκυπριακή πλευρά πεισματικά απέρριπτε φιλοσοφικά την ιδέα των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) – παρά το γεγονός ότι εις το παρελθόν οι πρωτοβουλίες για την προώθηση ΜΟΕ εμπεριείχαν ως δέλεαρ την πόλη της Αμμοχώστου. Αντίθετα, επεδίωκε ολοκληρωμένη λύση. Η Τουρκοκυπριακή πλευρά παραδοσιακά τασσόταν υπέρ της υιοθέτησης ΜΟΕ ως μέσο επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος – και εκ πρώτης όψεως δεχόταν να συζητήσει και το θέμα της Αμμοχώστου.
Λαμβάνοντας υπ΄ όψιν όλα τα δεδομένα, βλέπουμε σήμερα ότι εν πολλοίς η Τουρκοκυπριακή πλευρά πέτυχε πολύ περισσότερα από ό,τι θα μπορούσε να πετύχει με μια δέσμη ΜΟΕ – ενώ η Ελληνοκυπριακή πλευρά δεν πήρε αυτό που πάντοτε είχε κατά νούν, την Αμμόχωστο.
Η πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων έχει αποκτήσει το διαβατήριο ή/και την ταυτότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όλοι οι Τουρκοκύπριοι έχουν προνόμια που η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων δεν έχει (δωρεάν περίθαλψη σε κρατικά νοσηλευτήρια, απαλλαγή των υποχρεώσεων να καταβάλλουν τέλη για άδειες κυκλοφορίας, κλπ.) ενώ πέραν των 10.000 Τουρκοκυπρίων εργάζονται στις ελεύθερες περιοχές. Επιπρόσθετα τα ανοίγματα που έχουν γίνει βοηθούν την Τουρκοκυπριακή οικονομία ποικιλοτρόπως.
Παρά ταύτα, η Τουρκοκυπριακή ηγεσία και η Άγκυρα μιλούν για την απομόνωση των Τουρκοκυπρίων. Πάνω απ΄ όλα προσπαθούν να προωθήσουν την έμμεση αναγνώριση της “ΤΔΒΚ” μέσω απ΄ ευθείας οικονομικών σχέσεων με την ΕΕ και τον κόσμο γενικότερα, ενώ ταυτόχρονα η Άγκυρα αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει έστω και έμμεσα την Κυπριακή Δημοκρατία. Εάν η Τουρκική πλευρά διεπνέετο από καλή θέληση και αντίκριζε την Κυπριακή Δημοκρατία ως ένα ισότιμο κράτος μέλος της ΕΕ και όχι ως ένα εν δυνάμει Τουρκικό προτεκτοράτο, θα ήταν εφικτό να αναβαθμισθούν τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τρόπο που και οι δύο πλευρές να επωφελούνται – και ταυτόχρονα να δημιουργείτο και ένα καλύτερο κλίμα για την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος. Αντί τούτου, συνεχίζεται η εκμετάλλευση Ελληνοκυπριακών περιουσιών στις κατεχόμενες περιοχές και η συστηματική υπόσκαψη του κύρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπογραμμίζεται επίσης ότι πολλοί λαθρομετανάστες καταλήγουν στις ελεύθερες περιοχές μέσω των κατεχόμενων ενώ ανησυχητική είναι και η αύξηση της ροής των ναρκωτικών.
Ως εκ τούτου η Κυπριακή Δημοκρατία καλείται να επεξηγήσει τις πραγματικότητες στην Κύπρο προς πάσαν κατεύθυνση και να προωθήσει μια νέα στρατηγική για την αποκατάσταση της ενότητας της χώρας και της προώθησης των δικαιωμάτων τόσο των πολιτών όσο και των κοινοτήτων. Η Τουρκία θα πρέπει επιτέλους να βρεθεί ενώπιον των ευθυνών της. Για μια τέτοια νέα πορεία, η οποία θα επιτρέψει στην Κυπριακή Δημοκρατία να εξέλθει από το τέλμα του Κυπριακού προβλήματος, απαιτείται πρωτίστως τολμηρή πολιτική βούληση η οποία όμως να συνοδεύεται από μια νέα νοοτροπία, την ανανέωση του δημόσιου βίου, μια ανθούσα οικονομία, μια αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, μια δυναμική και δημιουργική παιδεία, την επιστράτευση όλων των δυνάμεων της κοινωνίας και μια ουσιαστική επικοινωνιακή πολιτική. Απώτερος στόχος αυτής της νέας πορείας είναι να καταστεί η Κυπριακή Δημοκρατία ένα δημιουργικό κράτος με θετική συμβολή στην ΕΕ και στον κόσμο, τοποθετώντας παράλληλα το Κυπριακό πρόβλημα στις σωστές του διαστάσεις. Research & Development Center - Intercollege Copyright © 2005. All rights reserved
|