Φθίνει το όραμα της Κύπρου ως Ακαδημαϊκό Κέντρο
|
Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η προώθηση ενός νομικού πλαισίου για τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων με τη μορφή μη κερδοσκοπικών οργανισμών είναι η καλύτερη δυνατή επιλογή. Μια τέτοια προσέγγιση όμως συνεπάγεται και υποχρεώσεις από το κράτος. Είναι καθοριστικής σημασίας η πολιτική του κράτους να αντιμετωπίζει τα κρατικά και τα μη κρατικά ιδρύματα ισότιμα. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι η οικονομική πολιτική του κράτους όπως εκφράζεται από τους προϋπολογισμούς θα πρέπει να διαφοροποιηθεί ενώ ταυτόχρονα όλα τα ιδρύματα θα πρέπει να υπόκεινται σε αξιολόγηση. Δεν υπάρχει επαρκής ορθολογιστική επεξήγηση μιας πολιτικής βάσει της οποίας το κράτος δίνει στο Πανεπιστήμιο Κύπρου πέραν των 45 εκατομμυρίων λιρών και ούτε σεντ στα μη κρατικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ακόμα και τώρα η πολιτική αυτή δεν είναι η ενδεδειγμένη. Μπορεί να συνεχισθεί μια τέτοια πολιτική όταν τα κολέγια θα μετατραπούν σε μη κερδοσκοπικά ιδρύματα; Και είναι λογικό να υπάρχει αξιολόγηση μόνο για τα μη κρατικά ιδρύματα και το μέτρο σύγκρισης να είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου και, εν πολλοίς, κριτές οι αξιωματούχοι του;
Το ζητούμενο είναι η αναβάθμιση της ποιότητας αλλά και των επιλογών καθώς και η μετατροπή της Κύπρου σε ακαδημαϊκό κέντρο. Με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα και την υφιστάμενη νοοτροπία, τα πολλαπλά προβλήματα διαιωνίζονται.
Οι κρατικοί οργανισμοί γενικά δεν φημίζονται για την πιο αποτελεσματική διαχείριση. Για παράδειγμα, και μεταξύ άλλων, σημειώνεται ότι το κόστος ανα φοιτητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου προσεγγίζει τις 12.000ΛΚ ενώ εάν κοστολογείτο και η γη στην οποία βρίσκεται το Πανεπιστήμιο Κύπρου ενδεχομένως το κόστος ανα φοιτητή να προσέγγιζε τις 15.000ΛΚ. Αντίθετα τα δίδακτρα στα κολέγια είναι περίπου 3.500ΛΚ, δηλαδή 29,2% του κόστους ανά φοιτητή του Πανεπιστημίου Κύπρου αν αυτό υπολογισθεί σε 12.000ΛΚ και 23,3% αν υπολογισθεί σε 15.000ΛΚ. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν δίδακτρα στο Πανεπιστήμιο Κύπρου δεν σημαίνει ότι η παιδεία παρέχεται δωρεάν ως μάννα εξ ουρανού. Το κόστος το καταβάλλει ο φορολογούμενος πολίτης. Και όμως δεν βλέπουμε τις ίδιες ευαισθησίες για το κόστος των κρατικών ιδρυμάτων όπως βλέπουμε ευαισθησίες για τα δίδακτρα των ιδιωτικών κολεγίων.
Τελικά, ως κοινωνία θα πρέπει να απαντήσουμε σε ένα βασικό ερώτημα: θέλουμε μόνο την κρατική παιδεία; Εάν αυτή είναι η τοποθέτησή μας, ας προχωρήσουμε συνυπολογίζοντας ό,τι αυτό συνεπάγεται σε σχέση με την ποιότητα, την ανταγωνιστικότητα και το κόστος. Νομίζω όμως ότι αυτή η οδός είναι αδιέξοδος. Ακόμα και χώρες με μακρά παράδοση ενός μονοπωλιακού κρατικού μοντέλου αρχίζουν να το εγκαταλείπουν. Η εμπειρία είναι ότι τα κρατικά μονοπώλια οδηγούν συνήθως σε ψηλό κόστος αλλά όχι σε αντίστοιχα ψηλή ποιότητα. Η ανάπτυξη της παραπαιδείας είναι ένα απότοκο αυτής της μονοπωλιακής κατάστασης.
Εάν τελικά αποφασίσουμε ότι πρέπει να υπάρχει / συνυπάρχει και η μη κρατική παιδεία, τότε θα πρέπει να αντικρίζεται από την πολιτεία ισότιμα και μάλιστα ως στρατηγικός εταίρος και όχι ως ένα αναγκαίο κακό. Η Κύπρος σήμερα καλείται να ακολουθήσει μια τέτοια πολιτική που να της επιτρέψει να τοποθετήσει εαυτήν στο χάρτη του Ευρωπαϊκού και διεθνούς γίγνεσθαι. Η προώθηση της Κύπρου ως ακαδημαϊκού κέντρου δεν αποτελεί μόνο εθνική επιτακτική αναγκαιότητα αλλά και αναπόφευκτη εξέλιξη.
Ζωτικοί στόχοι θα πρέπει να είναι όπως η Κύπρος έχει ψηλή ποιότητα παιδείας, όπως αποκτήσει στην πορεία του χρόνου μια αξιοπρεπή παράδοση, όπως οι Κύπριοι φοιτητές έχουν επιλογές, όπως η παραπαιδεία παραμερισθεί από τα ίδια τα νέα δεδομένα. Επιπρόσθετα, το ζητούμενο είναι μια παιδεία η οποία να λαμβάνει υπ΄ όψιν και την κοινωνία και την αγορά. Εν ολίγοις, η Κύπρος ως ακαδημαϊκό κέντρο θα αποκομίσει πολλαπλά οφέλη – πολιτιστικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου απαιτείται μια νέα νοοτροπία καθώς και η αναγκαία πολιτική βούληση. Research & Development Center - Intercollege Copyright © 2005. All rights reserved
|