Το Ευρωπαϊκό δίλημμα για την Τουρκίας επηρεάζει την Κύπρο
|
Μία από τις κορυφαίες στιγμές στις Ευρωτουρκικές σχέσεις ήταν η 17η Δεκεμβρίου 2004 όταν πανηγυρικά η Τουρκία εξασφάλισε ημερομηνία έναρξης ενταξιακών συνομιλιών με την ΕΕ στις 3 Οκτωβρίου 2005 παρά το γεγονός ότι αρκετά κριτήρια δεν επληρούντο. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει όμως το γεγονός ότι υπήρχαν (και αυξάνονται) πολλές μεμψιμοιρίες για το θέμα αυτό. Παρασκηνιακά είχε αναφερθεί ότι εάν υπήρχε μυστική ψηφοφορία για τη χορήγηση μιας τέτοιας ημερομηνίας τότε ενδεχομένως η Τουρκία να μην εξασφάλιζε ούτε καν την πλειοψηφία των ψήφων των ηγετών των χωρών μελών της Ένωσης.
Ενδεικτικό των μεμψιμοιριών είναι ότι εν όψει του δημοψηφίσματος που θα γίνει στις 29 Μαΐου στη Γαλλία για την επικύρωση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία τάσσεται εναντίον της επικύρωσης. Και τούτο όχι επειδή ο Γαλλικός λαός αντιτίθεται στην υιοθέτηση ενός Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Ένας σημαντικός λόγος της στάσης των Γάλλων είναι να προεξοφληθεί η μη αποδοχή της Τουρκίας στην ΕΕ.
Ταυτόχρονα στην Τουρκία υπάρχει δυσπιστία και καχυποψία έναντι των Ευρωπαϊκών προθέσεων: ότι πολλές δυνάμεις στην Ευρώπη δεν αντικρίζουν την Τουρκία πραγματικά ως μία εν δυνάμει ισότιμη Ευρωπαϊκή χώρα, και ότι σε μία δεδομένη στιγμή θα επιχειρήσουν να προσφέρουν στην Τουρκία ένα καθεστώς ειδικής σχέσης.
Αναπόφευκτα τα δεδομένα αυτά επηρεάζουν και το Κυπριακό. Εάν η Τουρκία ήταν πεπεισμένη ότι η ΕΕ θα προχωρούσε σε μια σχέση πλήρους ένταξης τότε ενδεχομένως να ήταν έτοιμη να κάνει περισσότερες παραχωρήσεις. Επειδή όμως δεν έχει την αίσθηση αυτή η Τουρκία, δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει πριν από τη δική της ένταξη παρά μέχρι ενός σημείου – σε μια λύση η οποία βασικά εξυπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα. Η Τουρκία θα επιχειρήσει να αφήσει την Κύπρο να αιωρείται όμηρος και να αποτελεί αντάλλαγμα για τη δική της ένταξη. Εξ ορισμού λοιπόν οι Ευρωτουρκικές σχέσεις επηρεάζουν το Κυπριακό σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό.
Το ζητούμενο είναι πώς προχωρούμε εμείς, λαμβάνοντας υπ΄ όψιν όλα αυτά τα δεδομένα. Τυχόν αυτό-παγίδευση σε επαναφορά του Σχεδίου Ανάν με οριακές αλλαγές δεν εξυπηρετεί τους δικούς μας στόχους. Ενδεχομένως υπό τις περιστάσεις θα πρέπει να προχωρήσουμε σε μια ουσιαστική αναβάθμιση των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης με την Τουρκοκυπριακή κοινότητα με ένα τέτοιο τρόπο που να περιλαμβάνει επίσης την επιστροφή της Αμμοχώστου. Επιπρόσθετα θα πρέπει να εργασθούμε σκληρά για τη προώθηση προϋποθέσεων που θα οδηγήσουν σε ένα έντιμο συμβιβασμό. Ούτως ή άλλως η κατοχή εδάφους χώρας μέλους της ΕΕ δεν συνάδει με μια ελεύθερη και Ευρωπαϊκή Τουρκία αλλά ούτε και μπορεί να αφήσει την Ένωση αδιάφορη.
Εν ολίγοις η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να αναδείξει τη θέση ότι η Κύπρος αποτελεί πεδίο δοκιμής των αντοχών και της αξιοπιστίας της ΕΕ. Η Κύπρος καλείται επίσης να περάσει το μήνυμα ότι η Τουρκία δεν μπορεί να είναι πραγματικά μία Ευρωπαϊκή χώρα και ταυτόχρονα να εξακολουθεί να έχει υπό την κατοχή της Ευρωπαϊκό έδαφος.
Το ζητούμενο είναι μία πολιτική η οποία πειστικά να αναδεικνύει ότι στην Κύπρο διακυβεύονται ευρύτερα συμφέροντα. Για παράδειγμα, ένα επιτυχημένο μοντέλο συμβίωσης των Ελληνοκυπρίων Χριστιανών μετά των Τουρκοκυπρίων Μουσουλμάνων αφορά και την ΕΕ και τη διεθνή κοινότητα γενικότερα. Για να γίνει αυτό με επιτυχία η Κύπρος θα πρέπει σε όλα τα επίπεδα να αναβαθμίσει την παρουσία της στο Ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι. Αυτή η πολιτική δεν μπορεί να υλοποιηθεί ενόσω η Κύπρος εξακολουθεί σε ένα μεγάλο βαθμό να κατατρύχεται από μία εσωστρέφεια. Research & Development Center - Intercollege Copyright © 2005. All rights reserved
|