Το επόμενο βήμα
|
Δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι εμμέσως πλην σαφώς οι ΗΠΑ, η Βρετανία και ο ΟΗΕ ζητούν από τον Πρόεδρο Παπαδόπουλο αλλαγές επί του Σχεδίου Ανάν. Κοινός παρονομαστής των επαφών των στελεχών του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών στον ΟΗΕ αυτή τη βδομάδα ήταν η επιμονή ότι θα πρέπει να δοθούν εγγράφως εκ μέρους του Προέδρου της Δημοκρατίας οι διαφωνίες της Ελληνοκυπριακής πλευράς με το Σχέδιο Ανάν. Ταυτόχρονα, παρατηρείται μια προσπάθεια διαστρέβλωσης των θέσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας – προσπάθεια η οποία επικεντρώνεται στη «θέση» ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν ξέρουν τι θέλουν. Φυσικά, θέσεις υπάρχουν – για παράδειγμα, η ομιλία του Προέδρου της Δημοκρατίας στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 25 Σεπτεμβρίου, 2004 εμπεριέχει την ουσία των επίσημων θέσεων της πλευράς μας.
Πέραν τούτου όμως, είναι προφανές ότι η επικοινωνιακή πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας αντιμετωπίζει ουσιαστικά προβλήματα. Για παράδειγμα, κατ΄ επανάληψιν έχει τονισθεί η έλλειψη συντονισμού και η μη επαρκής αξιοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρονται πέραν των κυβερνητικών υπηρεσιών και συγκεκριμένα από κέντρα ερευνών / think-tanks, πανεπιστήμια, εταιρείες δημοσίων σχέσεων κλπ. Εκ των πραγμάτων θα πρέπει να γίνουν διορθωτικές κινήσεις άμεσα.
Επί της ουσίας του Κυπριακού προβλήματος, και προετοιμαζόμενοι για τις επόμενες μας κινήσεις θα πρέπει πλέον να προχωρήσουμε με αποφασιστικότητα και με αυτοπεποίθηση. Είναι αδιανόητο για μια χώρα η οποία έχει υποστεί εισβολή και εξακολουθεί να βιώνει τους πικρούς καρπούς της κατοχής να εμφανίζεται απολογητική επειδή απέρριψε ένα σχέδιο λύσης και επειδή εξακολουθεί να επιζητεί τα αυτονόητα. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε προς πάσαν κατεύθυνση ότι όταν κατετίθετο το Σχέδιο Ανάν – και σε σχέση με την πρόνοια που παρέπεμπε σε δημοψηφίσματα – ετίθετο ξεκάθαρα η θέση ότι στην περίπτωση απόρριψης του Σχεδίου από τη μια ή και τις δύο πλευρές το όλον Σχέδιο θα εθεωρείτο null and void – άκυρο και ως μη γενόμενο. Εξ ορισμού λοιπόν, και αυτό δεν είναι μια νομικίστικη τοποθέτηση αλλά πολιτική τοποθέτηση ουσίας, δεν είναι δυνατό απλώς να επιζητούμε αλλαγές επί του Σχεδίου Ανάν.
Αντί τούτου, και ως πρώτο βήμα η πλευρά μας καλείται να καταθέσει συνοπτικό κατάλογο κατευθυντήριων γραμμών που πρέπει να διέπουν τη λύση του Κυπριακού προβλήματος. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές θα πρέπει να συνάδουν με τον ιστορικό συμβιβασμό της ομοσπονδίας και ταυτόχρονα να εμβολιάζονται με τις αρχές του Ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού. Φυσικά στον βαθμό που πρόνοιες του Σχεδίου Ανάν συνάδουν με μια τέτοια φιλοσοφία μπορούν να συμπεριληφθούν. Η ουσία όμως είναι ότι το Σχέδιο Ανάν δεν μπορεί να αποτελέσει τη βάση λύσης του Κυπριακού προβλήματος καθ΄ ότι αυτό απορρίφθηκε με τη συντριπτική πλειοψηφία του 76%. Για παράδειγμα, είναι αδιανόητο η Κυπριακή Δημοκρατία της ΕΕ και του 21ου αιώνα να έχει εγγυήτριες δυνάμεις. Και όμως στο Σχέδιο Ανάν οι πρόνοιες περί εγγυητριών δυνάμεων όχι μόνο διατηρούνται αλλά και κατ΄ ουσίαν ενισχύονται.
Η κατάθεση λοιπόν κατευθυντήριων γραμμών εμπεριέχει και το στοιχείο μιας νέας στρατηγικής αλλά και ουσιαστική κίνηση τακτικής. Από στρατηγικής πλευράς, κατατίθεται από την Κυπριακή Δημοκρατία ένα πλαίσιο λύσης το οποίο μπορεί να τύχει νομιμοποίησης. Από τακτικής πλευράς, με μια τέτοια κατάθεση δεν θα μπορεί πλέον να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι οι Ελληνοκύπριοι είτε δεν ξέρουν τι θέλουν είτε δεν θέλουν λύση. Όμως για την υιοθέτηση και προώθηση μιας τέτοιας πολιτικής απαιτείται η συστράτευση δυνάμεων και η αξιοποίησή τους σε όλα τα επίπεδα. Research & Development Center - Intercollege Copyright © 2005. All rights reserved
|