Συνέντευξη του Ανδρέα Θεοφάνους προς τον Σάββα Ιακωβίδη

(Εφημερίδα ΣΗΜΕΡΙΝΗ)

 

Ποιες είναι οι πρώτες εκτιμήσεις σας για την αντιδήλωση των «25» στη γνωστή δήλωση της Τουρκίας ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία;

 Η αντιδήλωση των «25» στη δήλωση της Τουρκίας περί μη αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί μια θετική εξέλιξη.  Ήταν πρωτοβουλία της Ένωσης, κι΄ αυτό είναι σημαντικό καθώς και το ότι αυτό είναι τώρα  κεκτημένο.  Όμως θα ήταν απρονοησία να πανηγυρίζουμε.  Σπεύδω επίσης να σημειώσω ότι πέραν της μεροληπτικής στάσης της Βρετανίας υπήρξε και υπάρχει μεγάλη ανοχή από την ΕΕ έναντι της Τουρκίας.  Εμείς θα πρέπει να αναδείξουμε τη θέση ότι τέτοιες συμπεριφορές πλήττουν το κύρος και την αξιοπιστία της ίδιας της ΕΕ.

 

Οι στόχοι της Λευκωσίας που επετεύχθησαν, μπορούσαν να ήταν πολύ καλύτεροι αν ο πήχης των διεκδικήσεών μας ήταν πιο ψηλά στη Σύνοδο του Δεκεμβρίου 2004;

 Αν δεν αποενοχοποιείτο η Τουρκία έστω και προσωρινά τον Απρίλιο του 2004, δεν θα ήταν δυνατό να πάρει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών συνομιλιών.  Δυστυχώς για τις εξελίξεις σε σχέση με το Σχέδιο Ανάν συμβάλλαμε και εμείς με λάθη, παραλήψεις καθώς και ατολμία.  Έπρεπε (και πρέπει) να είμαστε πιο ξεκάθαροι σε σχέση με το τι θέλαμε και τι δεν θέλαμε (π.χ. αποδοχή επιδιαιτησίας στις αρχές του 2004).  Είναι γεγονός ότι η δική μας η πλευρά δεν ήταν τόσο διεκδικητική όσο θα έπρεπε τον περασμένο Δεκέμβριο.  Έχω την αίσθηση ότι αυτό ήταν απότοκο της αίσθησης ότι η χώρα μας δεν θα έβρισκε στήριξη για τις θέσεις μας.  Πέραν τούτου και η Αθήνα δεν είχε ιδιαίτερες αξιώσεις.  Επί τούτου ας μην λησμονούμε επίσης ότι η Τουρκία είχε αναλάβει δεσμεύσεις στο Ελσίνκι (και σε σχέση με τα άμεσα Ελληνοτουρκικά ζητήματα) οι οποίες δεν τηρήθηκαν.  Ένα στοιχείο που δεν πρέπει όμως να παραβλέπουμε είναι ότι έχουμε τώρα ένα διαφορετικό περιβάλλον. Η μετά την απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος εποχή ‘ξύπνησε’ τις επιφυλάξεις των Κρατών Μελών για την Τουρκία. Αυτό δεν υπήρχε το Δεκέμβρη του 2004 και τα πράγματα ήταν δυσκολότερα για την Κύπρο τότε.

 

Έπρεπε να επιδιώξουμε σαφείς μηχανισμούς παρακολούθησης της εφαρμογής του Πρωτοκόλλου;

 Η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου από την Τουρκία αποτελεί ελάχιστη υποχρέωση της χώρας αυτής έναντι της Ένωσης και της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Και εάν η Τουρκία δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από το Πρωτόκολλο έναντι της ΕΕ και της Κυπριακής Δημοκρατίας, τότε θα πρέπει να τεθεί το θέμα άμεσα.  Αυτή η υποχρέωση θα πρέπει να ενταχθεί και στο διαπραγματευτικό πλαίσιο ή μέσα στον οδικό της χάρτη.  Πέραν τούτου νομίζω ότι είναι καθοριστικής σημασίας να έχουμε απαιτήσεις και για την ουσία του Κυπριακού.

 

Ποια πολιτική ή και νομική ισχύ έχει η αντιδήλωση των «25», πώς και πόσο θωρακίζει την Κυπριακή Δημοκρατία;

Η αντιδήλωση των «25» αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.  Και θωρακίζει την Κυπριακή Δημοκρατία.  Όμως είναι αντιφατικό να κοπτόμεθα για την Κυπριακή Δημοκρατία για σκοπούς αντιδήλωσης και ταυτόχρονα να αποδεχόμεθα τη φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν για λύση του Κυπριακού – φιλοσοφία η οποία οδηγεί στη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Εν ολίγοις θα πρέπει ξεκάθαρα να τονίσουμε ότι ένας πυλώνας της λύσης του Κυπριακού είναι η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Τη θέση αυτή πρέπει να την ενστερνισθούμε πρώτα εμείς – και μετά να πράξουμε ανάλογα.

 

Ήδη η Τουρκία δηλώνει ότι δεν θα αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Πώς μπορεί να εξαναγκασθεί να το πράξει; Είναι δυνατόν να της επιβληθούν κυρώσεις;

Εάν εμείς έχουμε ξεκάθαρες τοποθετήσεις και ταυτόχρονα ακολουθήσουμε μια πολιτική σύζευξης των στόχων της Κυπριακής Δημοκρατίας με αρχές και συμφέροντα της ΕΕ, η Άγκυρα θα βρεθεί προ σοβαρών διλημμάτων.  Η Τουρκία χρειάζεται την ΕΕ περισσότερο από ότι η ΕΕ την Τουρκία.  Και επειδή η Κύπρος είναι μικρή χώρα πρέπει να τεθούν τα διάφορα ζητήματα με τρόπο που να μην αφορούν αποκλειστικά την Κύπρο: δηλαδή, η πολιτική που θα ακολουθήσουμε πρέπει να είναι τέτοια που να καταστεί προφανές ότι η Τουρκική πολιτική έναντι της Κύπρου πλήττει Ευρωπαϊκές αρχές και συμφέροντα σε βαθμό που αυτό δεν μπορεί να γίνει ανεκτό.

 

Γιατί δεν έπρεπε να υπάρξει διασύνδεση της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας με τη λύση του Κυπριακού;

Η Τουρκία επέμενε και επιμένει για αναγνώριση της οντότητας που θα προκύψει από τη λύση.  Και η Βρετανία υιοθετούσε αυτή τη γραμμή (και ακόμα δεν έχει διαφοροποιηθεί) – άλλωστε αυτή ήταν και μέρος της φιλοσοφίας του Σχεδίου Ανάν.  Συνεπώς, η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας το συντομότερο δυνατόν και πριν από τη λύση είναι ένα από τα ζητούμενα – καθώς μια τέτοια εξέλιξη επηρεάζει τη μορφή λύσης του Κυπριακού.  (Όπως και η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ πριν από τη λύση επηρεάζει τη μορφή λύσης του Κυπριακού προβλήματος.)  Είναι για αυτό που η Τουρκία αντιδρά σε μια τέτοια προοπτική.  Αλλά εμείς πρέπει να επιμένουμε.  Και μπορούμε να είμαστε πειστικοί.

 

Ήταν σωστή ή ολέθρια η τακτική που ακολούθησαν η Λευκωσία και η Αθήνα να αφήσουν εταίρους μας (τη Γαλλία, την Αυστρία, τη Γερμανία) να διεκδικούν όσα εμείς πρώτοι οφείλαμε να απαιτούμε;

Οι εταίροι έθεσαν τα θέματα που έθεσαν για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων.  Εμείς πρέπει να είμαστε έτοιμοι για τη δημιουργία συμμαχιών και για την προώθηση των στόχων μας.  Στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλλον ξαφνιάστηκαν η Λευκωσία και η Αθήνα.  Πέραν τούτου δεν πίστεψαν ότι η άνοδος του πήχεως θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά μας.

 

Πολλές φορές έχω την αίσθηση ότι δεν υπάρχει ολοκληρωμένη αντίληψη τόσο για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα όσο και για τα χαρακτηριστικά του νέου διεθνούς περιβάλλοντος.  Γι΄ αυτό πιστεύω ότι η Κύπρος θα πρέπει να πάψει να είναι εσωστρεφής και να λαμβάνει μέρος στις ζυμώσεις και τις διεργασίες για το Ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι.  Είμαι πεπεισμένος ότι θα πετύχουμε πολλά εάν η εμπλοκή μας με τα Ευρωπαϊκά και διεθνή δρώμενα αναβαθμισθεί σε όλα τα επίπεδα.

 

Το διαπραγματευτικό πλαίσιο για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις Ε.Ε.-Τουρκίας είναι περίπου έτοιμο. Υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες ή ελεγκτικοί μηχανισμοί ώστε η Τουρκία να υποχρεούται να υλοποιεί και να προσαρμόζεται στις δεσμεύσεις της έναντι της Ευρώπης και ειδικά της Κύπρου;

Προτιμώ να δω το τελικό κείμενο του διαπραγματευτικού πλαισίου πριν το σχολιάσω ολοκληρωμένα.  Σπεύδω όμως να σημειώσω ότι όταν χώρες σαν τη Γαλλία και την Αυστρία θέτουν από τώρα θέμα προνομιακής / ειδικής σχέσης – δεν θα έπρεπε και εμείς να καταθέσουμε έστω και μια επιφύλαξη, ότι είναι αδιανόητη η έναρξη συνομιλιών με μια χώρα η οποία όχι μόνο δεν αναγνωρίζει μια χώρα κράτος μέλος της ΕΕ – αλλά και κατέχει σχεδόν το 40% του εδάφους του – και ταυτόχρονα εξακολουθεί να διατηρεί μια επεκτατική πολιτική έναντί του;  Άρα, είναι προφανές ότι θα πρέπει να απαιτήσουμε μια νέα προσέγγιση της Τουρκίας έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας – μια προσέγγιση σεβασμού που αρμόζει σε μια χώρα μέλος της ΕΕ.

 

Συμφωνείτε ότι η αντιδήλωση είναι η «ληξιαρχική πράξη της αναγνώρισης» της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως δήλωσε ο Εκπρόσωπος του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών κ. Κουμουτσάκος ή συνιστά άτακτη υποχώρηση της Αθήνας, όπως διατείνεται το ΠΑΣΟΚ;

Κοιτάξτε, θυμάμαι ότι για τη συμφωνία της 6ης Μαρτίου, 1995 και για το Ελσίνκι τον Δεκέμβριο του 1999 υπήρξαν θριαμβολογίες από πλευράς της τότε κυβέρνησης και αρνητικά σχόλια από την τότε αντιπολίτευση.  Περίπου το ίδιο συμβαίνει και σήμερα.  Η αλήθεια όμως είναι κάπου στη μέση.  Η αντιδήλωση αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση όμως ο δρόμος θα είναι μακρύς.  Με την ευκαιρία αυτή σημειώνω ότι το Κυπριακό είναι μέγιστο εθνικό θέμα – και θα πρέπει όλοι μας και στην Κύπρο, και στην Ελλάδα να το αντικρίζουμε χωρίς οποιεσδήποτε σκοπιμότητες.

 

Γιατί, νομίζετε, ο Έλληνας Πρωθυπουργός, σε τρεις περιπτώσεις, σε διάστημα 20 περίπου ημερών αναφέρθηκε στο βέτο που η Ελλάδα (δηλαδή και η Κύπρος) δεν θα ασκούσε κατά της Τουρκίας; Μήπως αυτό ήταν ευθεία πίεση στη Λευκωσία και εντεύθεν αποδυνάμωσή της; 

Στην Ελλάδα και τα δύο μεγάλα κόμματα θεωρούν ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ εξυπηρετεί και Ελληνικούς αλλά και ευρύτερους στρατηγικούς στόχους.  Γι΄ αυτό υπήρξαν πολλές φορές παραινέσεις προς τη Λευκωσία από την Αθήνα να είναι πιο ανεκτική και υπομονετική με την Τουρκία και ότι στην πορεία του χρόνου η Τουρκία θα αλλάξει.

 

Πιστεύω ότι ενώ η πολιτική της προσέγγισης είναι λογική, θα μπορούσαν και η Αθήνα και η Λευκωσία να ήταν πιο διεκδικητικές έναντι στην Άγκυρα.  Πέραν τούτου τα βήματα προσέγγισης μεταξύ των δύο πλευρών θα πρέπει να είναι αμοιβαία.  Αυτό δυστυχώς δεν συμβαίνει μέχρι σήμερα.  Έτσι λοιπόν, αντί η Τουρκία να διαφοροποιείται στην Κύπρο για να διευκολυνθεί η Ευρωπαϊκή της πορεία, πολλές φορές καλούνται η Αθήνα και η Λευκωσία να προσαρμοσθούν στις Τουρκικές επιδιώξεις.

 

Όσον αφορά το θέμα της προοπτικής της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ αυτό είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο.  Μια τέτοια εξέλιξη θα επηρεάσει αρνητικά την προοπτική της ΕΕ να εξελιχθεί και σε μια πολιτική οντότητα παγκοσμίου εμβέλειας.  Και αυτό δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της Ελλάδας ούτε της Κύπρου.  Εάν ο στόχος είναι η πολιτική ενοποίηση της ΕΕ η προσέγγιση της Γαλλίας και της Αυστρίας είναι πιο πραγματιστική.  Πέραν τούτου και η Τουρκία σε κάποιο στάδιο ενδεχομένως θα επιδιώξει προνομιακή σχέση ιδίως όταν κατανοήσει επαρκώς τι συνεπάγεται η πλήρης συμμετοχή στην Ένωση για τη δική της κυριαρχία.

 


Research & Development Center - Intercollege

Copyright © 2005. All rights reserved