Τουρκοκυπριακή Απομόνωση ή Αλαζονεία
|
Ακόμα και πριν από την κατάθεση του Σχεδίου Ανάν τον Νοέμβριο του 2002 υπήρχε κινητοποίηση των Τουρκοκυπρίων οι οποίοι έστελναν το μήνυμα ότι επιθυμούσαν λύση του Κυπριακού και ένταξη στην ΕΕ. Υπήρχε η αίσθηση της απομόνωσης και της κοινωνικοοικονομικής μιζέριας που οδηγούσαν τους Τουρκοκύπριους σε μαζικές κινητοποιήσεις. Σε πολιτικό επίπεδο η πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων πίστευε σε μια λύση η οποία θα κατοχύρωνε τον δικοινοτισμό, τη διζωνικότητα και τις εγγυήσεις της Τουρκίας.
Στην πορεία το Σχέδιο Ανάν καταψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων καθ΄ ότι δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες τους. Παράλληλα όμως είχαν προηγηθεί σοβαρές εξελίξεις όπως η υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην EE, η μερική άρση των εμποδίων για την ελεύθερη διακίνηση καθώς και η εξαγγελία κοινωνικοοικονομικών μέτρων της κυβέρνησης για στήριξη των Τουρκοκυπρίων. Και τελικά ακολούθησε και η ίδια η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ένωση. Τα δεδομένα αυτά δημιούργησαν εν πολλοίς μια νέα κατάσταση πραγμάτων δια της οποίας το κοινωνικοοικονομικό καθεστώς των Τουρκοκυπρίων άλλαξε ριζικά προς το καλύτερο.
Με την αποδοχή του Σχεδίου Ανάν (και της Ελληνοκυπριακής απόρριψης του) η Τουρκοκυπριακή ηγεσία και η Τουρκία προσπαθούν να νομιμοποιήσουν τα κεκτημένα. Με κάθε ευκαιρία διακηρύττουν ότι το πρόβλημα στην Κύπρο είναι θέμα απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων και ότι η κατάσταση αυτή θα πρέπει να τερματισθεί. Αγνοούν φυσικά ότι κατά τους τελευταίους μήνες το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο των Τουρκοκυπρίων έχει βελτιωθεί σημαντικά με την ουσιαστική συμβολή των Ελληνοκυπρίων (π.χ. σχεδόν 10.000 Τουρκοκύπριοι απασχολούνται στην ελεύθερη Κύπρο).
Πολλές φορές οι δηλώσεις αξιωματούχων της Τουρκοκυπριακής ηγεσίας προκαλούν τα αισθήματα των Ελληνοκυπρίων. Για παράδειγμα, οι δηλώσεις του «Προέδρου» Ταλάτ για τείχος και του «Πρωθυπουργού» Σογιέρ για ανηθικότητα της Ελληνοκυπριακής ηγεσίας επειδή τόλμησε να θέσει θέμα επιστροφής της Αμμοχώστου και συνδιαχείρισης του λιμανιού της πόλης είναι ενδεικτικές ενός αλαζονικού ύφους. Πάνω απ΄ όλα οι λέξεις «υποχρεώσεις» και «αμοιβαιότητα» δεν φαίνεται ότι υπάρχουν στο πολιτικό λεξιλόγιο της Τουρκικής πλευράς.
Υπάρχουν αμφιβολίες κατά πόσον η Τουρκοκυπριακή ηγεσία πραγματικά επιθυμεί μια λύση η οποία θα αποκαθιστά την ενότητα κράτους, κοινωνίας και πολιτείας. Εκείνο το οποίο πολλοί Ελληνοκύπριοι πιστεύουν είναι ότι στην ουσία η Τουρκοκυπριακή πλευρά απολαμβάνει τα κεκτημένα της κατοχής και ταυτόχρονα διεκδικεί δικαιώματα στο ελεύθερο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πρέπει όμως να ξεκαθαρίσουν ορισμένα ζωτικά θέματα: θέλουν να ζήσουν υπό τη κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας; Αντιλαμβάνονται ότι σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου και ενιαία οικονομία είναι αλληλένδετες έννοιες και ως εκ τούτου η αυστηρή διζωνικότητα οδηγεί σε περισσότερες στρεβλώσεις; Κατανοούν ότι δεν μπορούν αφ΄ ενός να επιζητούν τα έγγραφα της Κυπριακής Δημοκρατίας, απασχόληση σε Ελληνοκυπριακούς οργανισμούς και επιχειρήσεις, δωρεάν ιατρική περίθαλψη και ταυτόχρονα να δηλώνουν ότι επιθυμούν τις εγγυήσεις της Τουρκίας; Αντιλαμβάνονται ότι μείωση των εποίκων και μόνιμη παρέκκλιση για τον περιορισμό της εγκατάστασης Τούρκων στην Κύπρο είναι και προς το δικό τους συμφέρον;
Είναι προφανές ότι η Τουρκοκυπριακή ηγεσία δεν μπορεί να ακολουθήσει σε θέματα ουσίας άλλη γραμμή εκτός από εκείνη της Άγκυρας. Και η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι έχει δεσμεύσεις έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ΕΕ, εξακολουθεί να ακολουθεί μια πολιτική διαιώνισης και εμβάθυνσης των κατοχικών δεδομένων.
Το παράδοξο είναι ότι η Κυπριακή Δημοκρατία κατ΄ ουσίαν έχει διευκολύνει τις επιδιώξεις της Άγκυρας και των Τουρκοκυπρίων. Και μάλιστα χωρίς ανταλλάγματα. Αντίθετα οι Ελληνοκύπριοι κέρδισαν ότι κέρδισαν από την ΕΕ. Έφθασε η ώρα για μια πραγματική ανάλυση δεδομένων και καθορισμό ολοκληρωμένης στρατηγικής. |
Research & Development Center - Intercollege
Copyright © 2005. All rights reserved