Συνέντευξη του Ανδρέα Θεοφάνους προς τον Σάββα Ιακωβίδη - "ΣΗΜΕΡΙΝΗ"
|
1. Γιατί, κατά την άποψή σας, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και σχεδόν όλη η πολιτική ηγεσία, εμμένουν στο σχέδιο Ανάν, παρά την απόρριψή του στην ολότητά του, από το συντριπτικό 76% του Κυπριακού Ελληνισμού;
Απάντηση: Η πολιτική ηγεσία ενδεχομένως να εκτιμά ότι είναι αδύνατο να ξεφύγουμε από το πλαίσιο της φιλοσοφίας του Σχεδίου Ανάν καθ΄ ότι σε διάφορα στάδια είχε εν πολλοίς τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας. Υπάρχει αντίφαση όταν δηλώνεται ότι επιδιώκεται λύση με βάση το Σχέδιο Ανάν αλλά με ουσιαστικές αλλαγές. Πιστεύω όμως ότι ήταν και είναι εφικτό να κινηθούμε προς μια άλλη φιλοσοφία. Εάν όντως η πολιτική ηγεσία πίστευε ότι δεν ξεφεύγουμε από τη φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν τότε θα έπρεπε να είχαν γίνει άλλες επιλογές.
2. Τι έπρεπε ο κ. Παπαδόπουλος να κάμει, την επομένη του δημοψηφίσματος, για να αξιοποιήσει και να κεφαλαιοποιήσει τη δυναμική του 76%; Τι νομίζετε ότι οφείλει να κάμει έστω και σήμερα;
Απάντηση: Θα έπρεπε η πλευρά μας να είχε απεμπλακεί από τη φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν μετά το δημοψήφισμα. Αυτό ήταν δυνατό ακόμα και μετά την υπογραφή της Συνθήκης Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ στις 16 Απριλίου 2003 και της μερικής άρσης των εμποδίων στην ελεύθερη διακίνηση στις 23 Απριλίου 2003. Ήταν λάθος που η ηγεσία παρέμεινε προσκολλημένη στη φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν: η Ελληνοκυπριακή πλευρά σύρθηκε σταδιακά σε μια διαδικασία με τα γνωστά αποτελέσματα – δηλαδή την αποενοχοποίηση της Τουρκίας, έστω και βραχυπρόθεσμα, και την έναρξη ενταξιακών συνομιλιών χωρίς ανταλλάγματα. Ούτως ή άλλως η πλευρά μας θα έπρεπε να είχε καταθέσει κατευθυντήριες γραμμές επίλυσης του Κυπριακού οι οποίες να είναι αποτέλεσμα της σύζευξης του ιστορικού συμβιβασμού, των συναφών ψηφισμάτων του ΟΗΕ και του Ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού.
Μια τέτοια κατάθεση είχα κάνει στα πλαίσια του συγγραφικού μου έργου καθώς και του Κέντρου Ερευνών. Είχα την ευκαιρία να παρουσιάσω και να συζητήσω αυτές τις αρχές σε διάφορα επίπεδα στην Κύπρο και στο εξωτερικό. (Κατευθυντήριες γραμμές για επίλυση του Κυπριακού προβλήματος).
Απάντηση:
4. Πώς νομίζετε ότι πρέπει να αξιοποιηθεί, εσωτερικά αλλά και ευρωπαϊκά, η ευρωπαϊκή δυναμική της Κύπρου σε αντιδιαστολή και για εξουδετέρωση των τουρκικών παρασπονδιών;
Απάντηση: Η Κύπρος πρέπει να είναι λιγότερο εσωστρεφής. Είναι επιβεβλημένο να καλλιεργηθούν κοινά συμφέροντα με άλλες χώρες σε διάφορα επίπεδα, να υπάρχει στρατηγική καθώς και μια ολοκληρωμένη επικοινωνιακή πολιτική.
Η Άγκυρα έχει στρατηγικούς συμμάχους και περισσότερους πόρους, και με αυτό τον τρόπο προσπαθεί και επιτυγχάνει πολλές φορές να διαστρεβλώνει τα πράγματα και να δημιουργεί εντυπώσεις. Η Τουρκία έχει διευκολυνθεί και από την ανυπαρξία της Κύπρου σε σημαντικά φόρα που επηρεάζουν καθώς και από άλλες αδυναμίες της πλευράς μας.
5. Πως σχολιάζετε τη νέα προσέγγιση της κυβέρνησης για εμπλοκή και των 5 μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού; Και πως αντικρίζετε την επιδείνωση των σχέσεων Κύπρου-Βρετανίας;
Απάντηση: Οι στόχοι για μια νέα προσέγγιση στο Κυπριακό και επί της ουσίας και επί της διαδικασίας είναι ευκταίοι και υπό προϋποθέσεις εφικτοί. Όμως πρέπει να καταλάβουμε ότι η υλοποίηση των στόχων αυτών προϋποθέτει σκληρή δουλειά σε όλα τα επίπεδα και προς τα έσω και προς τα έξω. Πέραν τούτου είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι το ανέβασμα του πήχυ των διεκδικήσεων μπορεί να γίνει χωρίς αντιπαραθέσεις με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία.
6. Ποια είναι η άποψή σας για την υιοθέτηση του ευρώ και ποια είναι η ευρύτερη σημασία της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ευρωζώνη;
Απάντηση: H ένταξη της Κύπρου στην ευρωζώνη αποτελεί μέγιστο εθνικό αλλά και κοινωνικο-οικονομικό στόχο. Οι επιφυλάξεις που έχουν εγερθεί πηγάζουν από τον φόβο ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος εκτροχιασμού του κοινωνικού κράτους καθώς και η πιθανότητα μιας πολιτικής σκληρής λιτότητας όπως συνέβηκε και σε άλλες χώρες.
Η υιοθέτηση του ευρώ συνεπάγεται τεράστια οφέλη σε σχέση με το Κυπριακό. Επηρεάζονται καθοριστικά η εθνική οικονομική πολιτική όπως επίσης και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Με την ένταξη στην ευρωζώνη δημιουργείται ένα πολύ πιο ενοποιητικό πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας ενώ παύει να υφίσταται ο κίνδυνος υποτίμησης του νομίσματος ως αποτέλεσμα της αύξησης των δημοσίων δαπανών ή/και άλλων δεδομένων, που ενδεχομένως θα προκύψουν από μια ομοσπονδιακή λύση.
Επιπρόσθετα, με την ένταξη στην ευρωζώνη δεν θα τίθεται θέμα επιθέσεων έναντι της Κυπριακής λίρας είτε από ψιθύρους είτε από σπεκουλαδόρους για μια πιθανή υποτίμηση του νομίσματος. Και ούτε θα υφίσταται κίνδυνος συναλλαγματικής αποσταθεροποίησης ως αποτέλεσμα ανεπιθύμητων πολιτικών εξελίξεων. Η ένταξη στην ευρωζώνη, με βάση την υφιστάμενη ισοτιμία λίρας-ευρώ, διασφαλίζει και τη σταθερότητα εισοδημάτων και αναβαθμίζει την ελκυστικότητα της Κύπρου για ξένες επενδύσεις. Όλα αυτά δεν είναι ευκαταφρόνητα οφέλη.
7. Τα τελευταία χρόνια υποστηρίζεται ότι η Κύπρος πρέπει να γίνει κέντρο προσφοράς υπηρεσιών υψηλού επιπέδου στους τομείς της παιδείας, της ιατρικής και της τεχνολογίας. Γιατί δεν κατέστη αυτό δυνατόν μέχρι σήμερα;
Απάντηση: Παρά τις διακηρύξεις από διάφορες κυβερνήσεις για μετατροπή της Κύπρου σε ένα κατ΄ αρχάς περιφερειακό και μεταγενέστερα σε διεθνές ακαδημαϊκό και ιατρικό κέντρο εν τούτοις δεν κινούμεθα προς αυτή την κατεύθυνση. Φαίνεται ότι οι διακηρύξεις ήταν κενές περιεχομένου: έγιναν για χάριν εντυπώσεων και χωρίς να γίνεται επαρκώς κατανοητό τι συνεπάγεται η υλοποίηση τους.
Είναι αδιανόητο να υπάρχει μια ανταγωνιστική σχέση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Τα μη κρατικά ιδρύματα θα έπρεπε να αντικρίζονται από την πολιτεία ως στρατηγικοί εταίροι. Σήμερα η κυβέρνηση έμπρακτα ενισχύει τις συνεργασίες με ξένα ιδρύματα όπως το Πανεπιστήμιο Harvard. Αυτά είναι θετικά βήματα. Όμως δεν είναι λογικό η κυβέρνηση να δίνει εκατομμύρια για στήριξη προσπαθειών που θα έχουν ημερομηνία λήξης όταν σταματήσει να ρέει το δημόσιο χρήμα και από την άλλη να μην στηρίζονται οι προσπάθειες Κυπριακών ιδρυμάτων. Σε αυτό τον στρατηγικό τομέα έχω την αίσθηση ότι υπάρχουν τεράστια ελλείμματα με εθνικό, πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κόστος.
8. Ποια είναι η σημασία των «δεξαμενών σκέψεως» (think tanks) για την Κύπρο και τι εισηγείστε;
Απάντηση: Ο ρόλος των «δεξαμενών σκέψεων» και των κέντρων ερευνών είναι πολυδιάστατος. Γι΄ αυτό στις ανεπτυγμένες χώρες αξιοποιούνται ποικιλοτρόπως. Στις ΗΠΑ ανθούν τα think tanks. Μάλιστα αρκετά απ΄ αυτά συνεργάζονται απ΄ ευθείας με τον Λευκό Οίκο και το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας. Αλλά και στις πλείστες χώρες της ΕΕ υπάρχουν ανάλογοι θεσμοί και δεσμοί.
Τα κέντρα ερευνών ασχολούνται, μεταξύ άλλων, με την παροχή υπηρεσιών με αναλύσεις, εισηγήσεις, εκθέσεις, την προώθηση συγκεκριμένων θέσεων μέσα από τη διοργάνωση συνεδρίων, συνεργασιών με ξένα ερευνητικά κέντρα, καθώς και με εκδόσεις. Σε όλες αυτές τις χώρες υπάρχει ιδιαίτερη ενθάρρυνση και στήριξη των μη κρατικών ιδρυμάτων για διάφορους λόγους μεταξύ των οποίων η ανάγκη για αξιοπιστία και ανεξαρτησία.
Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι η Κύπρος θα επωφεληθεί πολλαπλώς και ποικιλοτρόπως εάν ο τομέας αυτός αναπτυχθεί περαιτέρω. Προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να συμβάλει η πολιτεία, ο επιχειρηματικός κόσμος αλλά και η ευρύτερη κοινωνία. Research Center - Intercollege Copyright © 2006. All rights reserved |