Ο Οδυνηρός Συμβιβασμός, ο Έντιμος Συμβιβασμός και η Διχοτόμηση
|
Ένα από τα θέματα που πραγματικά προκάλεσε αίσθηση και σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως την τελευταία βδομάδα ήταν συγκεκριμένο αποτέλεσμα δημοσκόπησης που μεταδόθηκε από το ΡΙΚ σύμφωνα με το οποίο το 48% των Ελληνοκυπρίων δηλώνει ότι προτιμά να ζήσει ξεχωριστά από τους Τουρκοκύπριους σε σχέση με το 45% που δηλώνει ότι θέλει να ζήσει μαζί. Αυτό το αποτέλεσμα σε συνάρτηση με ορισμένα άλλα ευρήματα της έρευνας θεωρήθηκαν εκ πρώτης όψεως ότι συνεπάγονται μια μετατόπιση του λαού «προς εθνικιστικές προσεγγίσεις και εν πολλοίς προς την επιλογή της διχοτόμησης». Η ερμηνεία αυτή που έτυχε μεγάλης προβολής από τα ΜΜΕ (περιλαμβανομένου και των Τουρκοκυπριακών) είναι υπεραπλουστευμένη. Υπάρχουν και άλλες ερμηνείες που θα πρέπει να εξετασθούν.
Είχε κατατεθεί παλαιότερα η θέση ότι το Σχέδιο Ανάν αποτελούσε επιλογή χειρότερη από τη διχοτόμηση και το status quo, καθώς και η θέση ότι η διχοτόμηση δεν είναι κατ΄ ανάγκην η χειρότερη επιλογή για τους Ελληνοκυπρίους. Η θέση αυτή ουδόλως πρέπει να θεωρηθεί ως πρόκριμα για την επιλογή της διχοτόμησης. Αντίθετα ξεκάθαρα εκφράζει την εκτίμηση ότι η διχοτόμηση δεν είναι, όπως για χρόνια υποστηρίζουν οι περισσότεροι πολιτικοί ηγέτες, η πιο οδυνηρή λύση. Για παράδειγμα, μια ομοσπονδο-συνομοσπονδιακή λύση, η οποία συνεπάγεται Τουρκική κυριαρχία στον βορρά και συγκυριαρχία στον νότο, θεωρείται χειρότερη από τη διχοτόμηση. Η τοποθέτηση αυτή είναι ορθολογιστική.
Ενδεχομένως όταν η κοινή γνώμη τοποθετείται με τον τρόπο αυτό (δηλαδή ένα μεγάλο ποσοστό θέλει να ζήσει ξεχωριστά), η σύγκριση η οποία πιθανόν να γίνεται είναι μεταξύ μιας εντελώς διαχωριστικής λύσης (καθαρής διχοτόμησης) και μιας λύσης στη φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν. Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό μήνυμα. Το ερώτημα λοιπόν είναι τι είδους λύση μπορεί να προκριθεί που να αποκαθιστά την ενότητα του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας.
Υπογραμμίζεται ότι ενώ έχουν περάσει δύο χρόνια από το δημοψήφισμα, εν τούτοις οι πολιτικές δυνάμεις δεν έχουν καταθέσει μια ξεκάθαρη εναλλακτική πρόταση. Υπάρχει η θέση ότι η λύση θα εξευρεθεί στα πλαίσια του Σχεδίου Ανάν με ουσιαστικές αλλαγές. Αυτό όμως όπως έχουμε υποδείξει κατ΄ επανάληψιν αποτελεί αντίφαση. Αν η λύση θα είναι στη φιλοσοφία του Σχεδίου Ανάν τότε δεν μπορούν να υπάρξουν ουσιαστικές αλλαγές. Εάν υπάρξουν ουσιαστικές αλλαγές τότε δεν πρόκειται περί του Σχεδίου Ανάν. Ούτως ή άλλως η σύγχυση η οποία προκύπτει εκπέμπει λανθασμένα μηνύματα και προς τα έσω και προς τα έξω.
Από την άλλη, ενώ έχει τονισθεί η Ευρωπαϊκή λύση ως εναλλακτική προοπτική δεν έχει δοθεί ένα επαρκές περιεχόμενο από τις πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν αυτή την πρόταση. Το ζητούμενο είναι πως θα εμβολιασθεί ο ιστορικός συμβιβασμός για να καταστεί Ευρωπαϊκή λύση. Πρέπει επιτέλους η Κύπρος να αποκτήσει πυξίδα και όραμα το οποίο να προωθηθεί και προς τα έσω και προς τα έξω. Η αυτοπεποίθηση που πηγάζει από τη συμμετοχή ως ισότιμος εταίρος στην ΕΕ, πρέπει να μεταφρασθεί σε μια αποτελεσματικότερη στρατηγική βασισμένη στην οικοδόμηση συμμαχιών, σε ένα πλαίσιο αρχών καθώς και στην καθαρότητα των στόχων.
Για να επιτευχθεί όμως αυτό, οι πολιτικές ηγεσίες θα πρέπει να καταγράψουν την τοποθέτηση του λαού: ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μια λύση χάρη της λύσης ή μια λύση η οποία θα είναι χειρότερη από τη διχοτόμηση. Ο Κυπριακός Ελληνισμός απέρριψε ένα Σχέδιο που συνεπαγόταν όρους δουλείας καθώς και την προτεκτορατοποίηση της Μεγαλονήσου. Επιπρόσθετα, από μια προσεκτική εξέταση των αποτελεσμάτων της εν λόγω δημοσκόπησης προκύπτει επίσης ότι η θεωρία του οδυνηρού συμβιβασμού απορρίπτεται. Αντίθετα προκρίνεται η έννοια ενός έντιμου και αξιοπρεπούς συμβιβασμού. Η επιζητούμενη λύση θα πρέπει να είναι στη βάση της σύζευξης του ιστορικού συμβιβασμού και του Ευρωπαϊκού πολιτικού πολιτισμού και συστήματος αξιών.
Research Center - Intercollege Copyright © 2006. All rights reserved |