Οδυνηρές Παραχωρήσεις Δεν μπορούν να είναι Ιδεολογικοί Στόχοι

 

Εξ ορισμού η ήττα του 1974 επέφερε δραματικές εξελίξεις όχι μόνο επί του εδάφους αλλά και στο μυαλό και στην ψυχολογία της Ελληνοκυπριακής ηγεσίας και των Ελληνοκυπρίων στο σύνολό τους.  Στην πορεία του χρόνου και στην προσπάθειά της να δημιουργήσει προϋποθέσεις αποκατάστασης έστω και μέρους των δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων, η Ελληνοκυπριακή ηγεσία προέβη στην οδυνηρή παραχώρηση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, χωρίς όμως να έχει αντιληφθεί πλήρως το τι συνεπαγόταν.  Κόμματα και πολιτικοί σχηματισμοί έδωσαν τη δική τους (ξεχωριστή) ερμηνεία στον όρο αυτό.  Αναπόφευκτο αποτέλεσμα ήταν η μεγάλη σύγχυση που ακολούθησε.

 

Ταυτόχρονα και οι Τουρκοκύπριοι επηρεάσθηκαν καθοριστικά από αυτές τις εξελίξεις.  Μεταξύ άλλων, έδωσαν και αυτοί τη δική τους ερμηνεία στη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία: η κυρίαρχη Τουρκοκυπριακή ερμηνεία παραπέμπει σε μιαν κατ΄ ουσίαν συνομοσπονδιακή θεώρηση.  Έτσι παρά την κοινή θέση για λύση στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών ήταν και παραμένουν τεράστιες.  Το χάσμα αυτό αντιμετώπισαν όλοι οι Κύπριοι Πρόεδροι.

 

Με την πάροδο του χρόνου η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία κατέστη λάβαρο διαφόρων πολιτικών δυνάμεων χωρίς όμως και πάλι να υπάρχει ακριβής προσδιορισμός της έννοιας αλλά και το τι θα ακολουθούσε την επόμενη μέρα.  Εκ των πραγμάτων με τη συζήτηση γύρω από το Σχέδιο Ανάν, ήρθε στην επιφάνεια μια σύγχυση τεραστίων διαστάσεων τόσο ανάμεσα στις ηγεσίες των διαφόρων κομμάτων όσο και στον λαό.  Τελικά ο λαός έδωσε τη δική του ετυμηγορία.

 

Με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ υπήρξε / υπάρχει μεγαλύτερη αισιοδοξία για το μέλλον.  Μεταξύ άλλων, άρχισε να καλλιεργείται η ιδέα και η ανάγκη μιας Ευρωπαϊκής λύσης.  Και πάλιν όμως δεν υπήρξε σαφής προσδιορισμός.  Για παράδειγμα, δεν απαντήθηκε το ερώτημα κατά πόσον η Ευρωπαϊκή λύση μπορεί να συνάδει με τον ιστορικό συμβιβασμό. 

Είναι καθοριστικής σημασίας να υπάρξει ένα ξεκαθάρισμα αρχών και θέσεων, ούτως ώστε η Κύπρος να προχωρήσει απρόσκοπτα προς αυτό το οποίο μπορεί να είναι εφικτό και επιθυμητό.  Πρέπει να υπάρξει ακριβής προσδιορισμός του τι συνεπάγεται αφ΄ ενός η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία και αφ΄ ετέρου η Ευρωπαϊκή λύση.  Είναι επίσης σημαντικό να κατανοηθεί επαρκώς ότι η έστω και θεωρητική αποδοχή της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας ήταν αποτέλεσμα της ήττας του 1974.  Ήταν μια οδυνηρή παραχώρηση και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να καταστεί ιδεολογικός στόχος. 

 

Η επικρατούσα σύγχυση δημιουργεί σοβαρές επιπλοκές.  Για παράδειγμα, πολλές φορές οι θέσεις για σεβασμό της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και για τον παραμερισμό των προνοιών για εγγυήσεις θεωρούνται ως εθνικιστικές εξάρσεις.  Η προσέγγιση αυτή στερείται σοβαρότητας.  Άλλο είναι να λεχθεί ότι ενδεχομένως οι θέσεις αυτές είναι μαξιμαλιστικές (αλλά εφικτές) και άλλο ότι είναι εθνικιστικές.

 

Όπως η αποδοχή της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας ήταν αποτέλεσμα της ήττας του 1974 έτσι και η πρόταση για Ευρωπαϊκή λύση ήταν απότοκη της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ.  Με τον ίδιο τρόπο που η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία δεν είχε προσδιορισθεί επαρκώς έτσι και σήμερα αυτό που αποκαλείται Ευρωπαϊκή λύση δεν έχει προσδιορισθεί ακριβώς από τις πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν αυτή την επιλογή.  Εν τούτοις η προοπτική μιας λύσης η οποία να συνάδει με τον Ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό νομιμοποιείται και ως εκ τούτου θα πρέπει να τύχει αντικείμενο σοβαρής επεξεργασίας.

 

Η πρόκληση σήμερα για όλες τις πολιτικές δυνάμεις είναι ο προσδιορισμός μιας πυξίδας η οποία να λαμβάνει υπ΄ όψιν τα δεδομένα τα οποία δημιουργήθηκαν μετά το 1974 καθώς και την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ.  Μέσα από αυτή τη διαδικασία είναι δυνατό να προκύψει μια νέα σύνθεση για την περαιτέρω πορεία μας.  Για να γίνει όμως αυτό είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε μεταξύ μας για το τι συζητούμε.  Ατυχώς η προεκλογική εκστρατεία δεν ξεκαθάρισε επαρκώς τις υφιστάμενες συγχύσεις.


Research Center - Intercollege

Copyright © 2006. All rights reserved