Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και η επόμενη μέρα

 

Το Κέντρο Ερευνών και Ανάπτυξης-Intercollege πραγματοποίησε με επιτυχία, την Πέμπτη και την Παρασκευή 20-21 Μαΐου 2004, διεθνές συμπόσιο με θέμα «Η Ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ και η Επόμενη Μέρα».

Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της Βρετανίας στην Κύπρο κ. Lynn Parker αναφέρθηκε στις σχέσεις της χώρας του με την Κυπριακή Δημοκρατία και τη στήριξη που παρείχε η χώρα του κατά την περίοδο των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Αναφέρθηκε επίσης στις πολυδιάστατες σχέσεις Βρετανίας – Κύπρου και οτι προσβλέπει σε εμβάθυνση της συνεργασίας μέσα από την ΕΕ. Όσον αφορά το Κυπριακό, ο κ. Parker μετέφερε την απογοήτευση της χώρας του για το αποτέλεσμα των δημοψηφισμάτων, αλλά, όπως είπε «πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να αποδεχθούμε αυτό το αποτέλεσμα». Μεταβίβασε επίσης τη θέση της χώρας του η οποία «ευνοεί αναβαθμισμένες οικονομικές σχέσεις της ΕΕ με τον «Βορρά», ως μέτρο αναβάθμισης του βιοτικού επιπέδου και τερματισμό της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων».  Ο κ. Parker υπογράμμισε ότι τέτοια μέτρα δεν θα επηρεάσουν αρνητικά τη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος.

Στην εισήγησή του, ο Ρώσος Πρέσβης στην Κύπρο κ. Andrey A. Nesterenko ανέλυσε τη στάση της χώρας του στο Συμβούλιο Ασφαλείας κατά τη συζήτηση του Σχεδίου Ανάν και των δημοψηφισμάτων.  Το Σχέδιο Ανάν δεν έλαβε υπ΄ όψιν επαρκώς τις θέσεις και των δύο μερών.  Η Ρωσία, τόνισε μεταξύ άλλων, θεώρησε το τεχνητό βέτο αναγκαίο ούτως ώστε να διεξαχθούν τα δημοψηφίσματα κάτω από φυσιολογικές συνθήκες και χωρίς πίεση. Ο κ. Nesterenko υπενθύμισε την πάγια θέση της Ρωσίας στο Κυπριακό, η οποία ευνοεί λύση με βάση τα ψηφίσματα του, τα οποία, όπως είπε, «είναι δεσμευτικά για όλα τα κράτη μέλη του ΟΗΕ». Τέλος, ο Ρώσος Πρέσβης εξήρε τις πολύ καλές σχέσεις ανάμεσα στη Ρωσία και την Κυπριακή Δημοκρατία, «οι οποίες θα αναπτυχθούν ακόμη περισσότερο και μετά την ένταξη στην ΕΕ».

Μιλώντας με θέμα «Οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Τουρκία και οι Επιπτώσεις στο Κυπριακό Πρόβλημα» η κ. Fiona Hill, Ανώτερη Ερευνήτρια, Πρόγραμμα Μελετών Εξωτερικής Πολιτικής, The Brookings Institution, ΗΠΑ, τόνισε ότι ο καθορισμός ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών συνομιλιών ΕΕ – Τουρκίας τον Δεκέμβριο 2004 θα είναι ουσιαστικής σημασίας για την περαιτέρω εκδημοκρατικοποίηση της χώρας αλλά και για την ευρύτερη ασφάλεια και σταθερότητα.  Και η Κύπρος έχει να επωφεληθεί από μια τέτοια εξέλιξη, τόνισε η Fiona Hill.  Σημείωσε επίσης ότι οι σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας εμπεριέχουν την προοπτική της εκδημοκρατικοποίησης της χώρας, αντίθετα με τις σχέσεις Άγκυρας – Ουάσιγκτον όπου η δημοκρατία ποτέ δεν αποτέλεσε προτεραιότητα. 

Ο πρύτανης του Intercollege, καθηγητής Βαγγέλης Κουφουδάκης, υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ έχουν μεγάλο μερίδιο της ευθύνης όσον αφορά το περιεχόμενο και την κατάληξη του σχεδίου Ανάν. «Η εύνοια των ΗΠΑ», είπε, «έναντι της Τουρκίας οδήγησε σε ένα ετεροβαρές σχέδιο το οποίο δεν μπορούσαν να αποδεχτούν οι Ελληνοκύπριοι».

Ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Κώστας Υφαντής αναφέρθηκε στην επίδραση της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ και της καταψήφισης του Σχεδίου Ανάν στην Ελληνική εξωτερική πολιτική. «Χρειάζεται», είπε, «να εξεταστούν με προσοχή τα νέα δεδομένα, διότι ούτως ή άλλως είναι η ώρα για επανεξέταση της στρατηγικής όσον αφορά το Κυπριακό και τα Ελλαδοτουρκικά λαμβάνοντας υπ΄ όψιν όλα τα δεδομένα».  Σημείωσε πάντως ότι η περαιτέρω ανάπτυξη των Ευρωτουρκικών σχέσεων είναι δυνατόν να οδηγήσει και σε ομαλότητα στο τρίγωνο Αθηνών, Άγκυρας και Λευκωσίας.

Ο κ. Farid Mirbagheri, Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Intercollege, μιλώντας με θέμα «Ο ΟΗΕ και το Κυπριακό», ανάφερε ότι ο ΟΗΕ πέτυχε στη διατήρηση μιας σχετικής ομαλότητας αλλά απέτυχε, μέχρι στιγμής, στην επίλυση του προβλήματος.

Ο Γενικός Διευθυντής του Κέντρου Ερευνών και Ανάπτυξης-Intercollege, Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους, εξήγησε του λόγους που οδήγησαν στο «όχι» των Ελληνοκυπρίων. «Δεδομένου του ετεροβαρούς χαρακτήρα του Σχεδίου Ανάν», τόνισε, «πρέπει να θεωρούμε φυσιολογική την απόρριψη του Σχεδίου από το 76% των Ελληνοκυπρίων, αλλά και την αποδοχή του από το 65% των Τουρκοκυπρίων». Στην εισήγησή του υποστήριξε την άποψη ότι «με την ένταξη  της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, ανοίγει ο δρόμος για την επίτευξη Ευρωπαϊκής λύσης στο Κυπριακό, η οποία να συνδυάζει τον ιστορικό  συμβιβασμό της ομοσπονδίας με Ευρωπαϊκές αρχές και δεδομένα» παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζονται.  Τόνισε επίσης ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει ενηλικιωθεί και μπορεί να προχωρήσει απρόσκοπτα χωρίς εγγυήτριες δυνάμεις.

Στη δική του εισήγηση με θέμα «Το Κυπριακό Πρόβλημα Μετά τις 24 Απριλίου και την 1η Μαΐου 2004: Μια Τουρκοκυπριακή Προσέγγιση» ο κ. Ozdemir Ozgür, Πρόεδρος του Ιδρύματος Ihsan Ali, ανάφερε ότι οι Τουρκοκύπριοι εκλαμβάνουν το ΟΧΙ των Ελληνοκυπρίων ως απόρριψη.  Οι Τουρκοκύπριοι προσδοκούν ένα νέο συνεταιρισμό με τους Ελληνοκύπριους και ένταξη στην ΕΕ κατέληξε.


Research & Development Center - Intercollege

Copyright © 2004. All rights reserved